Δύο ποιήματα της καθηγήτριας Αyşe Lahur Kirtunç της οποίας η οικογένεια έφτασε στην Τουρκία από την Κρήτη το 1923.
MIA PΩΜΙΟΠΟΥΛΑ ΠΟΥ ΠΑΙΖΕΙ ΤΗΝ ΛΥΡΑ
Μια Ρωμιοπούλα που παίζει την λύρα
Στη Ρόδο
Μπρός στα κάστρα
Επιβλητική όπως τα κάστρα
Ακίνητη όπως τα κάστρα.
Μια Ρωμιοπούλα που παίζει την λύρα
Τζιν παντελόνι, μαύρο φανελάκι,
Με τα μακριά ξανθά μαλλιά της ν’ανεμίζουν
Τα λεπτά της δάχτυλα πάνω στις νότες.
Μια Ρωμιοπούλα που παίζει την λύρα
Τραγουδάει τραγούδια ερωτικά ,ίσως
Κι΄όμως στα μάτια της
Στα χείλη της
Στη στάση της δεν διακρίνεται ο έρωτας.
Μια Ρωμιοπούλα που παίζει την λύρα
Είναι πολύ μακριά μας
Πολύ κοντά μας
Η ίδια είναι δώ
Το μυαλό της μακριά
Πολύ μακριά.
Μια Ρωμιοπούλα που παίζει την λύρα
Με τις γεμάτες μελωδίες νότες στα δάχτυλά της
Τα χείλη της όμως είναι στεγνά.
Μια Ρωμιοπούλα που παίζει την λύρα
Τραγουδάει τραγούδια πονεμένα
Σαν την πατρίδα μου
Μια Ρωμιοπούλα που παίζει την λύρα
Ασυγκράτητη σαν τον χείμαρρο Άμπου γαλή
Απέριττη,αγνή, κρυστάλλινη, γεμάτη ενθουσιασμό
Η Ρωμιοπούλα που παίζει την λύρα
Είναι θλιμμένη έτοιμη να σπάσει.
Η Ρωμιοπούλα που παίζει την λύρα,
Είναι πάνω στη σκηνή
Η πανσέληνος στον ουρανό,
Η θλίψη μέσ’στις νότες,
Η θλίψη στην ψυχή των ανθρώπων,
Ζούμε μια νύχτα θλιμμένη.
Η Ρωμιοπούλα που παίζει την λύρα
Γεμίζει με θλίψη την θλίψη μας απόψε.
28 Σεπτέμβρη 2007 / Metin Erten/ΡΟΔΟΣ
KABAK KEMANE ÇALAN RUM KIZI
Kabak kemane çalan Rum kızı
Rodos’ta
surların önünde
surlar kadar heybetli
surlar kadar durgun
Kabak kemane çalan Rum kızı
kot, siyah tişört
uzun sarı saçlar rüzgarda
ince parmaklar notalarda
Kabak kemane çalan Rum kızı
aşk şarkıları söylüyor
muhtemelen
gözlerinde
dudaklarında
duruşunda aşk yok
Kabak kemane çalan Rum kızı
çok uzak bize
çok yakın
kendi burada
beyni uzaklarda
çok uzaklarda
Kabak kemane çalan Rum kızı
duygulu ezgiler parmaklarında
ama duygu yok dudaklarında
Kabak kemane çalan Rum kızı
yanık türküler söylüyor
ülkem gibi
Kabak kemane çalan Rum kızı
yüzü gülmüyor
ülkem gibi
Kabak kemane çalan Rum kızı
Abu ğali gibi gürül gürül
yalın, temiz, duru ve çoşkulu
Kabak kemane çalan Rum kızı
mahzun ve kırılmaya hazır
Kabak kemane çalan Rum kızı
sahnede
gökte dolunay
ezgilerde hüzün
insanlarda hüzün
hüzünlü bir gecedeyiz
Kabak kemane çalan Rum kızı
hüznümüze hüzün katmakta bu
28 Eylül 2007 / Rodos
Ç A Ğ I R D I N G E L D İ M G İ R İ T
Türbelerden kemikleri kazdılar da alıp gittiler küçücük limanından Resmo’nun tahta sandıklarda kırmızı yün battaniyeler ve birkaç gün yetecek kadar su / peksimetler ve sabun kalıbı birkaç tane ve kemikler. limanda sırtlarını döndüler taşlara ve Resmo’nun kalesine ve duvarlara kadınlar birkaç saksı ful / birkaç saksı selluka koymak istedi sandığa izin vermedi kocaları soktu koynuna bir avuç yasemin Sakize Hanumi / Saadet Hanumi / göğsünde karardı yaseminler ama kasıklarında yeşil gözlü Musa Kazım’lar, Mehmet Ali’ler götürdüler Kordelyo’ya ve tahta sandıklarda zeytin fidanları geride kaldı ataları / anaları /
turunç ağaçlarına emanet ettiler onları.
Girit, ah Girit! senden esen rüzgarla büyüdüm senin müziğini örtündüm geceleri simsiyah elbiseli kadınlarla uyudum yediğim her tabak radikayla seni düşündüm, Girit! Dilim dilime girdi küçükken / “mesto diavlo” diye sövdüm sokak arkadaşlarıma güldüler bana diye üzüldüm. Çağırdın geldim, Girit! geri getiremedim türbeden giden kemikleri bakarım Resmo’nun eski evlerine acaba hangisi, hangisi diye. vazgeçtim evi barkı aramaktan o arabadan inip herkese sarılan çizmeli Giritliyi görünce, umurunda değildi trafiği tıkamak adamın ruhu / işte o aradığım evi taşıyordu üstelik dedeme çok benziyordu. Çağırdın, çağırdın da geldim, Girit! dar sokaklarında pis tezgahlardan Stelyo Amcamın boğma rakısından içtim cömertti gözleri / bakmadım maşrapanın kirine değil mi ki sokaktan geçen birine peynir / badem / rakı sunuyordu Stelyo Amca, unutmalı kemikleri / onarmalı eskileri hem Sofia’nın bu rüzgar hem benim kızları kızlarıma benzer / oğlanları oğluma Akdenizliyim ben, Egeliyim. yıllarca çağırdın da işte geldim, Girit! bulamadım evimi / yok oldu giden kemikler / ama ninemin koynunda giden yaseminleri geri getirdim!
Ayşe Lahur Kırtunç
23 Ekim 2004 / Resmo / Rethymnon
ΜΕ ΚΑΛΕΣΕΣ ΚΑΙ ΗΡΘΑ ΚΡΗΤΗ !
Σκάψανε τα μαυσωλεία και πήρανε τα κόκκαλα και φύγανε απ’το μικρό λιμάνι του Ρέθυμνου. Κόκκινες μάλλινες κουβέρτες και νερό για λίγες μέρες – παξιμάδια και μερικά καλούπια σαπούνι, και κόκαλα. Στο λιμάνι, γύρισαν τη ράχη τους στις πέτρες και στου Ρέθυμνου το κάστρο και στους τοίχους. Οι γυναίκες θέλησαν να βάλουν στο σεντούκι δυο τρείς γλάστρες σελλούκες, δεν το επέτρεψαν οι άντρες τους Έχωσε στον κόρφο της μια χούφτα γιασεμιά η Σακιζέ χανουμί, η Σααντέτ χανουμί. Μαυρίσανε στον κόρφο τους τα γιασεμιά Όμως μετέφεραν στο Κορδελιό φυτεμένους στην κοιλιά τους τους πρασινομάτες Μουσά Κιαζίμ, τους Μεχμέτ Αλί και μερικά δενδρύλλια ελιάς μέσα σε ξύλινα κιβώτια. Μείνανε πίσω οι πρόγονοι, οι μάνες τους εκείνους τους εμπιστεύθηκαν στις νεραντζιές.
Κρήτη ! Αχ Κρήτη !
Μεγάλωσα με τους αέρηδες που φτάνανε από σένα, σκεπάστηκα με τη μουσική σου τις νύχτες. Κοιμήθηκα με γυναίκες μαυροφορεμένες. Με κάθε πιάτο ραδίκια που έτρωγα, εσένα θυμόμουνα, Κρήτη ! Μπέρδεψα τη γλώσσα μου στα παιδικά μου χρόνια, έβρισα τους φίλους μου του δρόμου αμολώντας ένα `` ας τον διάολο !`` Στενοχωρέθηκα όταν γελάσανε. Με κάλεσες κι’έφτασα Κρήτη ! Δεν μπόρεσα να επιστρέψω τα κόκαλα
που μεταφέρθηκαν απ’τα μαυσωλεία.
Ψάχνω τα παληά σπίτια του Ρεθύμνου,
ποιο νάναι άραγε ; ποιο νάναι άραγε το σπίτι μου ; Παράτησα το ψάξιμο του σπιτιού μου σαν είδα εκείνον τον Κρητικό με τις μπότες ν’αγκαλιάζεται μ’όλους γύρω του. Ούτε που τον ένοιαζε αν παρεμπόδιζε την κυκλοφορία. η ψυχή του κουβαλούσε μέσα της το σπίτι που έψαχνα, κι’έμοιαζε πολύ του παππού μου ! Με κάλεσες, με κάλεσες κι’ήρτα Κρήτη ! Στα στενοσόκακά σου, πάνω απ’τους βρώμικους πάγκους ήπια συκόρακο του θείου Στέλιου, ήταν πολύ πρόθυμο το βλέμμα του δεν έδωσα σημασία στη βρωμιά του μαστραπά, αφού πρόσφερε την ώρα εκείνη τυρί, αμύγδαλα, ρακί, σ’έναν περαστικό ο θείος Στέλιος . Πρέπει να ξεχάσουμε τα κόκαλα
ν’ανακαινίσουμε τα παλιά.
Αυτός ο άνεμος είναι της Σοφίας, είναι και δικός μου.
Οι κόρες της μοιάζουν με τις κόρες μου, τα αγόρια της με τον γυιό μου. Είμαι Μεσόγεια εγώ, Αιγεοπελαγίτισα. Για χρόνια πολλά με καλούσες.
Και να ! που ήρτα Κρήτη !
Δεν μπόρεσα να βρώ το σπίτι μου
χάθηκαν τα κόκαλα που φύγανε
Όμως τα γιασεμιά που είχαν ταξιδέψει
στον κόρφο της γιαγιάς μου τα έφερα πίσω ! Αϊσέ Λαχούρ Κιρτούντς 23 Οκτωβρίου 2004, Ρέθυμνο |
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου